Κρίστοφερ Ίσεργουντ – Αντίο Βερολίνο


«Είμαι μια φωτογραφική μηχανή με το κλείστρο της ανοιχτό, παθητική, καταγράφω, δεν σκέφτομαι. Καταγράφω τον άντρα που ξυρίζεται στο αντικρινό παράθυρο και τη γυναίκα με το κιμονό που λούζει τα μαλλιά της. Μια μέρα, όλα αυτά θα πρέπει να εμφανιστούν, να τυπωθούν προσεκτικά, να πάρουν την οριστική μορφή τους.»

Το «Αντίο Βερολίνο» είναι μια συλλογή ιστοριών, χαλαρά συνδεδεμένων, με φόντο το προ-χιτλερικό Βερολίνο. Ο Ίσεργουντ χρησιμοποιώντας τον «Κρίστοφερ Ίσεργουντ» ως αφηγητή και κεντρικό ήρωα του βιβλίου, μας ξαναγεί στις φτωχές και εξαθλιωμένες συνοικίες του Βερολίνου με την πνιγηρή ατμόσφαιρά τους αλλά και στις αποκομμένες πλούσιες περιοχές της πόλης όπου ο φόβος της διάρρηξης και της επανάστασης είναι μόνιμος. Μας συστήνει απατεώνες, μεροκαματιάρηδες, τεμπέλες δεσποινίδες της καλής κοινωνίας, τυχοδιώκτες και αυτοεξόριστους.

Μέσα από τις τέσσερις κεντρικές ιστορίες του βιβλίου ο Ίσεργουντ καταφέρνει να μεταφέρει το κλίμα της βερολινέζικης κοινωνίας σε μια ρευστή και επικίνδυνη χρονική περίοδο. Αυτό που τον ενδιαφέρει περισσότερο είναι η επιρροή που έχει αυτή η εποχή στους χαρακτήρες του και όχι τόσο οι πολιτικές εξελίξεις που την διαμορφώνουν. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι όσα διαβάζουμε είναι η οπτική γωνία ενός «ξένου» που προσπαθεί μάταια να βγάλει άκρη με τον ψυχισμό μιας κοινωνίας διαφορετικής από αυτήν από την οποία προέρχεται.

Οι περιγραφές της πόλης είναι καταπληκτικές και οι χαρακτήρες που περιγράφει ο Ίσεργουντ ολοζώντανοι. Το μόνο που με προβλημάτισε ήταν η σύνδεση των ιστοριών οι οποίες ενώ είχαν αρχικά κυκλοφορήσει ως ξεχωριστές συλλογές ή σαν αυτόνομα διηγήματα, εδώ πρέπει να τις δούμε σαν ένα ενιαίο σύνολο. Το πρόβλημα είναι ότι βλέπουμε κάποιους χαρακτήρες να εμφανίζονται και να εξαφανίζονται χωρίς προειδοποίηση και χωρίς να υπάρχει κάποια χρονολογική συνέπεια κάτι που μπορεί να  μπερδέψει τον αναγνώστη.

Αντίο Βερολίνο
Κρίστοφερ Ίσεργουντ
μετάφραση: Ιωάννα Ηλιάδη
Μεταίχμιο, 2014

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε

Minette Walters – The Ice House


Η Minette Walters είναι μια συγγραφέας που ήθελα να ψάξω εδώ και καιρό. Η φήμη που την ακολουθεί (ειδικά για το δεύτερο βιβλίο της The Sculptress) με έκανε να πάρω στα χέρια μου τη νουβέλα Chickenfeed πριν από ένα χρόνο όταν τη βρήκα μπροστά μου σε προσφορά. Η νουβέλα ήταν αρκετά απολαυστική ώστε να μεγαλώσει το ενδιαφέρον μου για την Walters. Φέτος λοιπόν αποφάσισα να πάρω τα βιβλία της με τη σειρά (χωρίς να είναι υποχρεωτικό κάτι τέτοιο) και συγκεκριμένα το Ice House που κυκλοφόρησε το 1992.

Η ιστορία ξεκινά με ένα πτώμα σε προχωρημένη αποσύνθεση που ανακαλύπτεται τυχαία στο παμπάλαιο δωμάτιο-ψυγείο μιας έπαυλης στην αγγλική εξοχή. Η ιδιοκτήτρια της έπαυλης θεωρείται αμέσως ύποπτη για δολοφονία καθώς το πτώμα πιθανότατα ανήκει στον εξαφανισμένο για μια δεκαετία σύζυγό της. Ο υπαστυνόμος του τοπικού τμήματος μαζί με τον βοηθό του θα αναλάβουν αυτή τη «δεμένη» υπόθεση αφού οι αποδείξεις της ενοχής της ιδιοκτήτριας είναι θέμα χρόνου να βρεθούν. Όμως οι μέρες περνούν, οι αποδείξεις δεν βρίσκονται και δεν αργούν να έρθουν στην επιφάνεια προσωπικές εμμονές, φιλοδοξίες και οι προκαταλήψεις της τοπικής κοινωνίας.

Το Ice House δεν είναι κάτι πρωτοποριακό. Είναι όμως ένα χορταστικό αστυνομικό μυθιστόρημα που αξιοποιεί τις κλασικές αρχές της αγγλικής σχολής, γραμμένο έξυπνα, με πλοκή που ρέει σαν νεράκι και με τις απαραίτητες ανατροπές στα σωστά σημεία.
Το ενδιαφέρον μου για την Walters παραμένει αμείωτο.

The Ice House
Minette Walters
Pan Books, 2012

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε

James Ellroy – Ρέκβιεμ για τον Μπράουν


«Άρχισε να φέγγει. Στο Χόλιγουντ, κάτωθέ μου, απλωνόταν ένα αχνό ηλιόφωτο. Ένιωσα ένα ελαφρύ τρεμούλιασμα: θες η καφεΐνη, θες ο Μπετόβεν, θες ένα τελευταίο πέρασμα του νυχτερινού αέρα. Αισθάνθηκα ότι η ζωή μου έμελλε ν’αλλάξει.»

Ο Φριτς Μπράουν είναι πρώην μπάτσος – από αυτούς που «τραβούν εύκολα τη σκανδάλη» και με «προσωπικές ιδιότητες και ήθος ανοιχτά σε κάθε ερμηνεία». Βγάζει εύκολο χρήμα δουλεύοντας για έναν απατεώνα, ενώ διατηρεί ένα γραφείο ως ιδιωτικός ντετέκτιβ για να γλιτώνει φόρους και για να έχει ένα μέρος για να διαβάζει και να ακούει την αγαπημένη του κλασική μουσική. Μια μέρα ένας περίεργος τύπος, ο Φρέντι Μπέικερ (που όλοι όμως φωνάζουν Παιδοβούβαλο), θα μπει στο γραφείο του Μπράουν και θα του αναθέσει την παρακολούθηση της αδερφής του και του πλούσιου ηλικιωμένου που την συντηρεί, ζητώντας του να ανακαλύψει τα πραγματικά κίνητρα του γέρου. Ο Μπράουν θα αναλάβει την υπόθεση περισσότερο από περιέργεια για τον αλλοπρόσαλλο Παιδοβούβαλο και θα βρεθεί -κλασικά- μπλεγμένος σε μια ιστορία όπου τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.

Ο Τζέιμς Ελρόι στο πρώτο του βιβλίο, που κυκλοφόρησε το 1981, μας ξεναγεί στο πνιγμένο από αιθαλομίχλη Λος Άντζελες, στις παραμελημένες γειτονιές του και στα πολυτελή γήπεδα του γκολφ. Εκεί υπάρχει ένας ολόκληρος μυστικός κόσμος – ο κόσμος των κάντι. Εξαθλιωμένοι γέροι, μπεκρήδες και τυχοδιώκτες αναλαμβάνουν το κουβάλημα των ασήκωτων σάκων με τα μπαστούνια του γκολφ από τρύπα σε τρύπα για ένα μεροκάματο που φτάνει ίσα για τις μπύρες της ημέρας. Οι κάντι που παίζουν τον ρόλο του χρήσιμου ηλίθιου για τις κομπίνες μαφιόζων και διεφθαρμένων μπάτσων. Και κάπου εκεί διακρίνονται και τα θέματα του βιβλίου – οι διάφοροι μικρόκοσμοι που υπάρχουν κάτω από τη μύτη μας, η εξαθλίωση των μητροπόλεων, η διαφθορά, οι εμμονές, ο ρατσισμός και η έννοια του ήθους στην οποία φαίνεται να δίνει ιδιαίτερη σημασία ο Ελρόι.

«Ήμουν κατάπληκτος που είχα ζήσει στο Λος Άντζελες πάνω από τριάντα χρόνια, επαιρόμουν για το πόσο καλά γνώριζα την πόλη, και μου είχαν ξεφύγει όλα αυτά. Ήταν κάτι παραπάνω από την ευνόητη επικράτεια των πολύ πλουσίων, ήταν απλούστατα ένας άλλος κόσμος, και τόσο διαφορετικοί τύποι όπως κάντι, λαθρομετανάστες και ξοφλημένοι πρώην μπάτσοι είχαν πρόσβαση σ’ αυτόν, σε οποιοδήποτε επίπεδο της πραγματικότητας κι αν τους ενδιέφερε. Τα γήπεδα του γκόλφ, λοιπόν: ένα άλλο ηλιακό σύστημα εναλλακτικών πραγματικοτήτων καταμεσής μιας πόλης που την κατακλύζει η αιθαλομίχλη.»

Η πλοκή της ιστορίας αλλά και ο χαρακτήρας του Φριτς Μπράουν χρωστάνε πολλά στον Ρέημοντ Τσάντλερ και δεν θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο αυτοκαταστροφικός χαρακτήρας του Μπράουν είναι πιστευτός αλλά δεν μπορώ να πω το ίδιο για όλους τους ήρωες του βιβλίου. Το πραγματικά δυνατό σημείο του Ελρόι είναι οι περιγραφές των συνοικιών του Λος Άντζελες. Το αστικό τοπίο, οι άνθρωποι και η ατμόσφαιρα ζωντανεύουν καταπληκτικά και αξίζει να διαβάσει κανείς αυτό το βιβλίο και μόνο γι’ αυτό το λόγο.

Ρέκβιεμ για τον Μπράουν
James Ellroy
μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Μεταίχμιο, 2013

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε

John Williams – Ο Στόουνερ


Το «χαμένο» βιβλίο του Τζον Γουίλιαμς διαβάστηκε και συζητήθηκε δικαίως όσο λίγα την περσινή χρονιά. Η εκδοτική του ιστορία έχει το ενδιαφέρον της (και ίσως να λέει και κάποια πράγματα για τα εκδοτικά κυκλώματα της κάθε εποχής) αλλά το πραγματικό ενδιαφέρον έχει η ιστορία του Στόουνερ.

Ο Γουίλιαμ Στόουνερ είναι από μια άποψη η προσωποποίηση της αποτυχίας. Η ασήμαντη ακαδημαϊκή καριέρα, ο αποτυχημένος γάμος, η καταδικασμένη σχέση με μια νεώτερη γυναίκα, οι εχθροί που απέκτησε και οι φίλοι που έχασε, όλα αθροίζουν μια ζωή χωρίς αξία και χωρίς νόημα. Από μία άποψη αυτά…

Γιατί από μία άλλη οπτική γωνία, βλέπουμε τον Στόουνερ να βρίσκει τον πραγματικό του εαυτό μέσα από αυτή την «αποτυχημένη» ζωή και μάλιστα να παραμένει πιστός σε αυτόν. Η σκληρή δουλειά στο πανεπιστημίο για παράδειγμα, ακόμα και όταν καταλήγει σε μια ξεχασμένη διατριβή στα ράφια της πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης, αντανακλά ένα κομμάτι του εαυτού του και αυτό είναι που την κάνει να αξίζει. Το ίδιο ισχύει και για καθετί στην ζωή του Στόουνερ. Σε κάθε απόφαση ή δειλία υπάρχει ένα μέρος της προσωπικότητάς του και αυτό είναι που μετράει στο τέλος.

Το γράψιμο του Γουίλιαμς είναι απλό αλλά απίστευτα αποτελεσματικό. Σε τραβά στην ιστορία με έναν ήπιο τρόπο και χωρίς να το καταλάβεις σε κάνει να συμπάσχεις με τα βάσανα του Στόουνερ σαν να πρόκειται για δικό σου άνθρωπο.

Από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα το 2017.

Ο Στόουνερ
John Williams
μετάφραση: Αθηνά Δημητριάδου
Εκδόσεις Gutenberg, 2017

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | 2 Σχόλια

Stephen King – Σάλεμς Λοτ

salems-lot
Είναι βράδυ. Αργά. Είσαι στο σπίτι και βαριέσαι χαζεύοντας τηλεόραση. Κάποια στιγμή πετυχαίνεις ένα θρίλερ, λίγο cult, λίγο b-movie. «Τι σαχλαμάρες γυρίζουνε…» σκέφτεσαι, όμως το παρακολουθείς για λίγο από περιέργεια και χωρίς να το καταλάβεις έχεις κολλήσει. Η ταινία τελειώνει και εσύ έχεις περάσει ένα δίωρο απροσδόκητα ευχάριστα. Το Σάλεμς Λοτ είναι το αντίστοιχο αυτής της ταινίας.

Το δεύτερο βιβλίο του Στίβεν Κινγκ κυκλοφόρησε το μακρινό 1975 και είναι κατά κάποιο τρόπο μια πιο σύγχρονη εκδοχή του θρύλου του Κόμη Δράκουλα.

Η ιστορία εκτυλίσσεται στη φανταστική επαρχιακή πόλη Σάλεμς Λοτ όπου επιστρέφει ο κεντρικός ήρωας της ιστορίας, Μπεν Μέαρς, μετά από πολλά χρόνια με σκοπό να αντιμετωπίσει τις προσωπικές του φοβίες οι οποίες σχετίζονται με το ερειπωμένο σπίτι των Μάρστεν και τη τραγική ιστορία του. Την ίδια περίοδο όμως κάνει την εμφάνισή του στη μικρή πόλη και ένας μυστηριώδης ξένος ο οποίος αγοράζει το σπίτι των Μάρστεν και το κάνει κατοικία του.

Ο φόβος, παράλογος όπως είναι τις περισσότερες φορές, θα κυριεύσει σταδιακά τους κατοίκους του Σάλεμς Λοτ καθώς θα βλέπουν τους γείτονές τους να εξαφανίζονται από προσώπου γης και άλλους να πεθαίνουν μυστηριωδώς. Ο Μπεν Μέαρς θα προσπαθήσει να βρει την αλήθεια σε αυτή την ιστορία με τη βοήθεια ενός καθηγητή γυμνασίου, ενός παραστρατημένου ιερέα και ενός αγοριού που θα δει τις ιστορίες τρόμου που λατρεύει να γίνονται πραγματικότητα.

Κάπου ανάμεσα στα στοιχειωμένα σπίτια και τα ξόρκια υπάρχει και μια προσπάθεια από τον Κινγκ να μιλήσει για κάτι πιο βαθύ και σύνθετο, όπως για τις μικρές πολείς που σβήνουν ή για τους παιδικούς φόβους που ποτέ δεν μας εγκαταλείπουν όμως το κάνει επιφανειακά και χωρίς να φτάνει κάπου.

Ο Στίβεν Κινγκ δεν είναι από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Τα βιβλία του δεν έχουν ούτε το γράψιμο, ούτε τα θέματα που ψάχνω. Όμως είναι ό,τι πρέπει για εκείνα τα βράδια που θέλεις μια αθώα τρομάρα, κάτι που θα σε κάνει να πεταχτείς στον πιο μικρό θόρυβο και μετά να μην το παραδέχεσαι.

Σάλεμς Λοτ
Stephen King
μετάφραση: Γιάννα Αναστοπούλου
Εκδόσεις «Το Κλειδί» – Λιβάνη, 1993

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | 2 Σχόλια

Νικολάι Γκόγκολ – Νύχτα Χριστουγέννων

[Καλή χρονιά με υγεία και καλά βιβλία! Μέσα στις γιορτές διάβασα αυτό το βιβλιαράκι του Γκόγκολ το οποίο όσο πολύ ευχαριστήθηκα, άλλο τόσο καθυστέρησα να γράψω ένα κείμενο για αυτό. Οπότε το ανεβάζω τώρα πριν φτάσει το Πάσχα.]

gogol
«Η τελευταία μέρα πριν από τα Χριστούγεννα είχε περάσει. Άρχιζε η χειμωνιάτικη καθάρια νύχτα. Τ’ αστέρια φάνηκαν. Το φεγγάρι υψώθηκε μεγαλόπρεπα στον ουρανό να φέξει στους καλούς ανθρώπους και σ’ όλο τον κόσμο να πουν με χαρά τα κάλαντα και να δοξάσουν τη γέννηση του Χριστού.»

Και σε αυτή την παγωμένη αλλά χαρούμενη νύχτα, ο Διάβολος κάνει την εμφάνισή του για να παιδέψει τους κατοίκους του χωριού Ντικάνκα και ιδιαίτερα τον σιδερά Βακούλα τον οποίο έχει άχτι για τις «βλάσφημες» αγιογραφίες του (ο σιδεράς εκτός από γνωστός τεχνίτης είναι και προικισμένος ζωγράφος και παλικαράς του χωριού). Έτσι, ο Διάβολος κλέβει το φεγγάρι και μαζί το πολύτιμο φως που αυτό ρίχνει στους χιονισμένους δρόμους. Αυτό αναστατώνει τους νεαρούς του χωριού που ετοιμάζονταν να βγουν με τα τσουβάλια τους να πουν τα κάλαντα, τους μεγαλύτερους που σκόπευαν να επισκεφθούν το σπίτι του διάκου για τα παραδοσιακά κόλλυβα και φυσικά τον σιδερά Βακούλα ο οποίος περίμενε πώς και πώς να φύγει από το σπίτι του ο πλούσιος κοζάκος Τσουμπ και έτσι να βρεθεί κοντά στην πανέμορφη αλλά ψηλομύτα κόρη του.

Μέσα στη θεοσκότεινη νύχτα θα γίνει ο κακός χαμός. Οι κάτοικοι του χωριού, που δεν θέλουν και πολύ για να φανερώσουν τις ιδιοτροπίες και την ξεροκεφαλιά τους, θα μπλέξουν με διαβόλους, μάγισσες και τσουβάλια (!) ενώ ο απελπισμένος  Βακούλας θα προσπαθήσει να φέρει εις πέρας μια αδιανόητη αποστολή για να κατακτήσει την καρδιά της αγαπημένης του.

Η Νύχτα Χριστουγέννων του Γκόγκολ είναι ένα ανορθόδοξο χριστουγεννιάτικο παραμύθι, ακραία απολαυστικό, κατάλληλο ακόμη και για άθεους.

Το βιβλιαράκι αυτό, που ανήκει στη σειρά Μικρά Τσέπης του Καστανιώτη, συμπληρώνεται από το μικρό διήγημα Ο μαγικός κύκλος το οποίο όμως χωρίς να είναι κακό, δεν καταφέρνει να ξεχωρίσει.

Νύχτα Χριστουγέννων – Ο μαγικός κύκλος
Νικολάι Γκόγκολ
μετάφραση: Κίρα Σίνου
Καστανιώτης (Μικρά Τσέπης), 1997

Posted in λογοτεχνία | Tagged , , | Σχολιάστε

Μάικλ Οντάατζε – Divisadero

divisadero
«Διότι ζούμε με κάποιες αναπολήσεις της παιδικής μας ηλικίας που συγχωνεύονται και αντηχούν σε όλη μας τη ζωή ακριβώς όπως τα γυάλινα κομματάκια του καλειδοσκόπιου επανεμφανίζονται με νέες μορφές και συνθέτουν τα δικά τους ρεφρέν, τους δικούς τους ρυθμούς, επινοώντας έναν ολοκληρωμένο μονόλογο. Ζούμε μονίμως μέσα στην επανάληψη των ιστοριών μας, όποιες κι αν είναι.»

Βρισκόμαστε στη Βόρεια Καλιφόρνια της δεκαετίας του ’70. Η Άννα μεγαλώνει μαζί με την υιοθετημένη αδερφή της, Κλερ, και τον Κουπ που είναι υπό την προστασία του πατέρα της. Τα τρία παιδιά θα γίνουν έφηβοι και κάπου εκεί θα συμβεί κάτι που θα αλλάξει την πορεία της ζωής τους αμετάκλητα. Η Άννα θα το σκάσει από το αγρόκτημα που μεγάλωσε, ο Κουπ θα ακολουθήσει τον δικό του δρόμο και η Κλερ θα μείνει πίσω γεμάτη με ερωτήματα και με έναν πατέρα κλειστό όσο ποτέ άλλοτε. Από εκεί και μετά διαβάζουμε τις τύχες των τριών χαρακτήρων οι οποίοι συνειδητά ή ασυναίσθητα προσπαθούν να εξηγήσουν και να καταλάβουν αυτό που συνέβη και κυρίως τον ίδιο τους τον εαυτό. Ο Κουπ σκορπάει τη ζωή του ως επαγγελματίας χαρτοπαίκτης με όλα τα συναφή μπλεξίματα, η Κλερ ακολουθεί μια πιο συμβατική δουλειά και περνά τα Σαββατοκύριακα με τον πατέρα της, ενώ η Άννα ερευνά τη ζωή του συγγραφέα Λισιέν Σεγκουρά, γράφοντας τη μελέτη της στο σπίτι όπου πέρασε τα τελευταία του χρόνια.

Το βιβλίο είναι ουσιαστικά χωρισμένο σε δύο μέρη. Στο πρώτο διαβάζουμε για τις ζωές των τριών παιδιών μετά τον χωρισμό τους και στο δεύτερο -χωρίς καμιά προειδοποίηση είναι η αλήθεια- διαβάζουμε την ιστορία του Λισιέν Σεγκουρά. Η φυγή και η απομόνωση του συγγραφέα ελκύει την Άννα η οποία προσπαθεί να βρει τις ομοιότητες με τη δική της ζωή ώστε να καταλάβει τον εαυτό της και την τραυματισμένη σχέση της με την Κλερ και τον Κουπ.

Το βιβλίο δεν είναι καθόλου κακό. Το γράψιμο του Οντάατζε είναι πανέμορφο, η ιστορία που διηγείται είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και οι χαρακτήρες της πλασμένοι έξυπνα. Όμως η σύνδεση των δύο διαφορετικών ενοτήτων της ιστορίας με άφησε απορημένο. Τα κοινά στοιχεία στο θέμα υπάρχουν όμως ένιωσα σαν να διάβαζα δύο διαφορετικά βιβλία και στο τέλος της ανάγνωσης μου έμεινε μια αίσθηση απογοήτευσης. Παρ’ όλα αυτά δεν θεωρώ χάσιμο χρόνου το διάβασμα του Divisadero και θα διάβαζα κάτι ακόμα από τον Καναδό συγγραφέα.

Divisadero
Μάικλ Οντάατζε
μετάφραση: Ιλάειρα Διονυσοπούλου
Καστανιώτης, 2009

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε

Νικόλ Κράους – Όταν όλα καταρρέουν


Μια μοναχική συγγραφέας που έχει χάσει την πίστη της στο γράψιμο και κατ’ επέκταση στον εαυτό της. Ένας πατέρας στο τέλος της ζωής του που προσπαθεί να συμφιλιωθεί με τον γιό του και να κατανοήσει την περίπλοκη σχέση του μαζί του. Ένας άντρας που ανακαλύπτει το μεγάλο μυστικό της ετοιμοθάνατης γυναίκας του που την έκανε απρόσιτη σε όλη της τη ζωή. Ένας δαιμόνιος συλλέκτης αντικών που προσπαθεί να αναδημιουργήσει το λεηλατημένο από τους Ναζί γραφείο τού πατέρα του.
Ιστορίες που συνδέει ένα έπιπλο. Ένα πελώριο γραφείο με αμέτρητα συρτάρια· ένα γραφείο που «[…]θύμιζε μάλλον καράβι παρά γραφείο, καράβι στα κύματα μιας κατάμαυρης θάλασσας κάποια άγρια, αφέγγαρη νύχτα χωρίς ελπίδα στεριάς από πουθενά[…]».

Η Νικόλ Κράους γράφει για τη μοναξιά και τη μοναχικότητα, τη δυσκολία επικοινωνίας και τον πόνο. Οι ήρωές της δυκολεύονται να καταλάβουν τα πρόσωπα που τους περιβάλλουν και γι’ αυτό καταφεύγουν μπερδεμένοι στον εαυτό τους που επίσης δεν καταλαβαίνουν και αυτό τους πονά. Αυτή την κατάσταση περιγράφει ένας από τους ήρωες του βιβλίου όταν μονολογεί: «[…]έμοιαζε μάλλον με έναν τεράστιο άδειο αγρό όπου κάθε μέρα ένα τσίρκο στηνόταν και ξεστηνόταν, ολόκληρο, απ’ άκρη σ’ άκρη, αλλά ποτέ το ίδιο τσίρκο, τι ελπίδα είχαμε, λοιπόν, να βγάλουμε ποτέ πραγματικά άκρη με τον εαυτό μας, πόσο μάλλον μεταξύ μας;».

H Αμερικανίδα συγγραφέας γράφει επίσης για την απώλεια. Την απώλεια ένος αγαπημένου προσώπου, την απώλεια της ταυτότητας, την απώλεια ενός αντικειμένου που μπορεί να είναι περισσότερο οδυνηρή από όσο φαντάζεται κανείς. Και αυτό γιατί ένα αντικείμενο, όπως το γραφείο αυτού του βιβλίου, μπορεί να συνδεθεί με αναμνήσεις, συναισθήματα, ιδέες και έτσι να μεταμορφωθεί σε σύμβολο. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και εδώ. Το γραφείο αποκτά μια ξεχωριστή συμβολική σημασία για κάθε έναν ήρωα του βιβλίου αλλά και για την ίδια την Κράους, κάτι που συνειδητοποιείς στο τέλος της ιστορίας όπου αποκαλύπτεται η σημασία του πρωτότυπου τίτλου του βιβλίου (Great House).

Βιβλίο με αρκετό ενδιαφέρον και εξαιρετική γραφή -ίσως θυμίσει Auster σε μερικούς- που σε μαγεύει ακόμα και όταν η Κράους πολυλογεί.

Όταν όλα καταρρέουν
Νικόλ Κράους
μετάφραση: Ιωάννα Ηλιάδη
Μεταίχμιο, 2012

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε

Jo Nesbo – Κυνηγοί κεφαλών

κυνηγοί κεφαλών
Το βιβλίο αυτό το πήρα καθαρά από περιέργεια -παρόλο που η υπόθεσή του δεν με τραβούσε ιδιαίτερα- αφού ο Jo Nesbo είναι ένας από τους πιο διάσημους σύγχρονους συγγραφείς αστυνομικής λογοτεχνίας παγκοσμίως. Ήθελα να έχω μια εικόνα λοιπόν για τον μοσχοπουλημένο συγγραφέα από τη Νορβηγία. Και η αλήθεια είναι ότι η εικόνα που σχημάτισα δεν είναι καθόλου καλή.

Ο κεντρικός χαρακτήρας του βιβλίου, ο Ρόγκερ Μπρόουν, είναι κυνηγός κεφαλών. Δηλαδή δουλειά του είναι να εντοπίζει τους επόμενους διευθυντές και μεγαλοστελέχη πολυεθνικών εταιρειών μέσα από συνεντεύξεις, όπου εφαρμόζει ένα μοντέλο ανακρίσεων του FBI. Είναι όμως και ληστής σπάνιων έργων τέχνης, μόνο και μόνο για να συντηρήσει το πανάκριβο lifestyle του νεόπλουτου και «επιτυχημένου». Ο ιδανικός υποψήφιος για τη θέση του διευθυντή σε μια εταιρία τεχνολογίας GPS που αναζητά ο Μπρόουν, θα βρεθεί στο πρόσωπο του Κλας Γκρέβε και μαζί θα βρεθεί και η ευκαιρία για ένα «τελευταίο μεγάλο κόλπο», αφού ο τελευταίος είναι κάτοχος ένος χαμένου πίνακα του Ρούμπενς. Όπως συμβαίνει όμως πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, αυτό το «τελευταίο μεγάλο κόλπο» είναι που θα πάει στραβά και ο Μπρόουν θα βρεθεί αντιμέτωπος με τον πιο θανάσιμο εχθρό του. Σε κάνει να απορείς γιατί όλοι αυτοί οι χαρακτήρες δεν σταματούν στο προτελευταίο μεγάλο κόλπο…

Από την αρχή είναι φανερό ότι το βιβλίο αυτό γράφτηκε με σκοπό την μεταφορά του στην μεγάλη οθόνη, πράγμα που έγινε τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του. Και αυτό από μόνο του είναι προβληματικό. Τα μέσα που χρησιμοποιεί ο Nesbo για να αναπτύξει την ιστορία του λειτουργούν καλύτερα στον κινηματογράφο παρά στη λογοτεχνία. Συγκεκριμένα σημεία του βιβλίου όπου στον κινηματογράφο θα τα χαρακτήριζες ευρηματικά, εδώ καταλήγουν φτωχά και σε περιπτώσεις μοιάζουν να εξαπατούν τον αναγνώστη. Για την ακρίβεια, η μοναδική ανατροπή της ιστορίας που δεν είναι φανερή από την αρχή του βιβλίου, είναι αποτέλεσμα τέτοιας παραπλάνησης.

Πέρα όμως από τις τεχνικές που χρησιμοποιεί ο Nesbo, η ίδια η ιστορία είναι τραβηγμένη από τα μαλλιά και χωρίς κανένα βάθος. Ξέρω ότι ο σκοπός τέτοιων βιβλίων είναι η γρήγορη δράση και οι ανατροπές, αλλά και πάλι νιώθω ότι με κοροϊδεύουν όταν δεν υπάρχει μια καλή ιστορία από πίσω. Οι δύο ήρωες είναι πλαστικοί, το κυνηγητό τους δεν είναι επαρκώς δικαιολογημένο και τα κίνητρα των πράξεών τους με δυσκολία τα λες ρεαλιστικά.

Το μόνο που μπορεί να σώσει τον Nesbo στα μάτια μου είναι η επαλήθευση της άποψης που διάβασα αρκετές φορές στο ίντερνετ ότι οι «Κυνηγοί κεφαλών» διαφέρουν αρκετά από τα υπόλοιπα βιβλία του.

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | 4 Σχόλια

Stefan Zweig – Chess

chess

…a human being, an intellectual human being who constantly bends the entire force of his mind on the ridiculous task of forcing a wooden king into the corner of a wooden board, and does it without going mad

Η «Σκακιστική νουβέλα» ή αλλιώς «Chess» στην αγγλική μετάφραση των εκδόσεων Penguin που διάβασα εγώ, είναι ένα μικρό διαμάντι έκτασης 83 σελίδων μικρού μεγέθους που χωράνε μέσα τους μια ιστορία τόσο δυνατή που σίγουρα θα θυμάμαι για καιρό.

Πρόκειται για την ιστορία μιας παρτίδας σκάκι που πραγματοποιείται κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού με προορισμό το λιμάνι του Μπουένος Άιρες, ανάμεσα σε δύο αρκετά διαφορετικούς χαρακτήρες που ο καθένας είναι ξεχωριστός με τον δικό του τρόπο. Ο ένας είναι ο παγκόσμιος πρωταθλητής Czentovic· ένας παίκτης φαινόμενο αφού η απόλυτη αδυναμία του για οποιαδήποτε διανοητική δραστηριότητα αντισταθμίζεται από την εκπληκτική του ικανότητα στο σκάκι. Ο αντίπαλός του είναι ο Dr B. ο οποίος τελειοποίησε την τεχνική του στο παιχνίδι κάτω από απάνθρωπες συνθήκες απόλυτου εγκλεισμού. Για τον πρώτο, το να παίζει σκάκι είναι κάτι εντελώς φυσικό και αυθόρμητο όπως η αναπνοή. Για τον δεύτερο, αποτέλεσε την μοναδική του διέξοδο από την τρέλα στην οποία τον οδηγούσε η απομόνωση.

Ο Τσβάιχ ενδιαφέρεται για τις περίπλοκες διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει ο ανθρώπινος νους. Για την ανεξήγητη ιδιοφυΐα ενος ανθρώπου με το σύνδρομο του Σαβάντ (ίσως) και για την εξαναγκασμένη πνευματική άσκηση που αποτελεί σωτηρία και βασανιστήριο την ίδια στιγμή. Ίσως όμως να ενδιαφέρεται και για κάτι άλλο…

Η «Σκακιστική νουβέλα» είναι το τελευταίο βιβλίο που έγραψε ο Τσβάιχ προτού αυτοκτονήσει μαζί με την γυναίκα του στη Βραζιλία τον Φεβρουάριο του 1942, όπου είχε καταφύγει πικραμένος από τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Σε αρκετά κείμενα για το βιβλίο αυτό, διάβασα ότι η ιστορία της σκακιστικής αναμέτρησης συμβολίζει την πάλη του ‘παλαιού’ και του ‘νέου’ κόσμου· αυτή την πάλη που ο ίδιος ο Τσβάιχ ήθελε να αποφύγει και ήταν η αιτία της φυγής του. Η αλήθεια είναι πως όταν διάβαζα το βιβλίο αυτή η ερμηνεία δεν μου πέρασε από το μυαλό αλλά πράγματι προσθέτει άλλο ένα επίπεδο απόλαυσης στην έτσι κι αλλιώς ενδιαφέρουσα ιστορία.

Posted in λογοτεχνία | Tagged , | Σχολιάστε